lía - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

lía - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
LIA (disambiguation); Lia (disambiguation)

lía         
PRIMERA ESPOSA DE JACOB
Lía; Leah; Lia
n. esparto grass
made aliyah      
hizo alía, inmigró a Israel
Lia      
n. Lía, nombre propio de mujer

Ορισμός

lía
sust. fem.
Soga de esparto para atar y asegurar los fardos, cargas y otras cosas.
sust. fem.
Heces. Se utiliza más comúnmente en plural estar uno hecho una lía. _ {fr. fig. fam. poco usada

Βικιπαίδεια

LIA

Lia or LIA may refer to:

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για lía
1. Y en la semana se había apartado también la ministra de Espacio Público, Lía María.
2. Se llama Lía, es castańa, joven, moderadamente bonita.
3. Por eso di el alerta", relató Lía María, subsecretaria de Emergencias porteña.
4. La subsecretaria de Emergencias, Lía María, explicó÷ "Queremos crear una cultura de autoprotección.
5. Secuestraron un auto similar que pertenece a la conductora Lía Salgado.